Σταυρωμένοι Εραστές (1954)

ΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΙ ΕΡΑΣΤΕΣ – CHIKAMATSU MONOGATARI
- Σκηνοθεσία: Κένζι Μιζογκούτσι
- Σενάριο: Yoshikata Yoda, Matsutaro Kawaguchi
- Ηθοποιοί: Kazuo Hasegawa, Kyoko Kagawa, Eitaro Shindo, Eitaro Ozawa, Yoko Minamida.
- Φωτογραφία: Kazuo Miyagawa.
- Μοντάζ: Kanji Suganuma
- Μουσική: Fumio Hayasaka, Tamezo Mochizuki.
- Χώρα: Ιαπωνία (Α/Μ)
- Διάρκεια: 102΄
- Πρώτη προβολή: Δευτέρα Ώρα 7.00 μμ.
- Δεύτερη προβολή: Τρίτη Ώρα 9.30 μμ.
Διακρίσεις:
Cannes Film Festival 1955 Υποψηφιότητα για Χρυσό Φοίνικα
Kinema Junpo Awards 1955 Υποψηφιότητα καλύτερης ταινίας.
Blue Ribbon Awards 1955, Βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας.
Ποιητικής ομορφιάς δράμα εποχής, από τα κορυφαία του γιαπωνέζικου σινεμά, στο οποίο τα αγνά ανθρώπινα πάθη «εξεγείρονται» ενάντια σε έναν κόσμο άκαμπτης τυπολατρίας και αβάσταχτης σκληρότητας.
Μία από τις ταινίες του Kenji Mizoguchi που τον έκαναν διάσημο και εκτός των συνόρων της χώρας του. Το φιλμ ξεχώρισε για την αισθητική του στα γενικά πλάνα, και τη φιλμική αναβίωση της παλιάς τέχνης της ξυλογραφίας και της ζωγραφικής σε παπύρους.
Το 2017 ήρθε η 4K ψηφιακή αποκατάσταση του φιλμ, με την πρεμιέρα της να γίνεται στο φεστιβάλ Βενετίας.
Η τελευταία αριστουργηματική ταινία του Κένζι Μιζογκούτσι, μια παραβολή για τη κοινωνική δικαιοσύνη, τον έρωτα και όλα όσα αναπάντεχα τα ενώνουν.
Ο Ισούν είναι ο αυτοκρατορικός τυπογράφος, ο οποίος κατηγορεί άδικα τη σύζυγό του και τον καλύτερο υπάλληλό του ότι είναι εραστές. Για να γλιτώσουν την τιμωρία, εκείνοι τρέπονται μαζί σε φυγή, κάτι που ο Ισούν προσπαθεί να αποσιωπήσει για να μην αμαυρωθεί η κοινωνική υπόληψή του
Αν και σκηνοθέτησε δεκάδες βωβές ταινίες, ο Κένζι Μιζογκούτσι (1898-1956) θα γίνει παγκοσμίως διάσημος λίγο πριν από τον πρόωρο θάνατό του, με τέσσερα αριστουργηματικά ασπρόμαυρα δράματα εποχής που θα προβληθούν στις αίθουσες σε διάστημα δυόμισι ετών. Πρώτα η “Ζωή της Οχάρου” (1952), κατόπιν το “Ουγκέτσου Μονογκατάρι” (1953) και, τέλος, ο “Επιστάτης Σάνσο” (1954) και οι “Σταυρωμένοι Εραστές” (1954), οι οποίοι θα κάνουν διεθνή πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κανών.
Όπως έκανε συχνά, ο Μιζογκούτσι θα εμπνευστεί κι εδώ από την κλασική γιαπωνέζικη λογοτεχνία διασκευάζοντας ένα έργο για κουκλοθέατρο (μπουνράκου), γραμμένο το 1715 από τον Μονζαεμόν Τσικαμάτσου. Σε αυτό ο Μοχέι, δεξί χέρι του αυτοκρατορικού τυπογράφου Ισούν, προσπαθεί να βρει τρόπο να καλύψει “αθόρυβα” τη σύζυγο του αφεντικού του Οσάν, η οποία τον παρακαλεί να της δανείσει χρήματα για τον αδελφό της. Τίμιος και υπάκουος, θα ομολογήσει τελικά στον Ισούν τις προθέσεις του, εκείνος όμως θα τον κατηγορήσει πως είναι εραστής της Οσάν. Έτσι, οι δυο τους θα αναγκαστούν να τραπούν μαζί σε φυγή (η μοιχεία τιμωρείται με θάνατο διά σταύρωσης), κάτι το οποίο ο Ισούν προσπαθεί να αποσιωπήσει για να μην αμαυρωθεί η κοινωνική και επαγγελματική υπόληψή του.
Ο Μιζογκούτσι εμπλουτίζει με έντονα φεμινιστική διάθεση το διδακτικό θεατρικό, ενσωματώνοντας τη ρομαντική ιστορία του στη μόνιμη θεματική του πάνω στη μοίρα των γυναικών σε μια πατριαρχική, βίαιη και μιλιταριστική κοινωνία, στην οποία οι ανθρώπινες επιθυμίες έχουν αντικατασταθεί από απαράβατους κανόνες. Σκηνοθετικός στιλίστας (μεγάλης διάρκειας πλάνα με συχνά ακίνητη κάμερα, γεωμετρικό κάδρο, υποβλητικές φωτοσκιάσεις) αλλά και σπουδαίος δραματουργός, αναπτύσσει μεθοδικά και περίτεχνα τις αντιθέσεις οι οποίες συνθέτουν την ανθρώπινη ψυχολογία. Τελικά οι δύο φυγάδες θα καταλήξουν εραστές σπρωγμένοι από τη συλλογική προκατάληψη σε μια ποιητικής ομορφιάς σύγχρονη τραγωδία, από τις κορυφαίες στιγμές του γιαπωνέζικου σινεμά, στην οποία τα αγνά πάθη “εξεγείρονται” ενάντια σε έναν κόσμο άκαμπτης τυπολατρίας και αβάσταχτης σκληρότητας.
Χρήστος Μήτσης
Τρίτο θρυλικό φιλμ της τελευταίας αριστουργηματικής περιόδου του Κένζι Μιζογκούτσι, οι «Σταυρωμένοι Εραστές», βασισμένοι σε ένα έργο ιαπωνικού κουκλοθέατρου, βρίσκει τον μεγάλο Ιάπωνα δημιουργό, εδώ ακόμη περισσότερο από τα άλλα δύο μεγάλα φιλμ της ίδιας εποχής, τον «Επιστάτη Σάνσο» και το «Ουγκέτσου Μονογκατάρι», σε αφηγηματικό οίστρο συνοδευόμενο από απαράμιλλη κινηματογραφική τεχνική και κυρίως μια – κι όμως – ακτιβιστική διάθεση που στρέφεται τόσο προς την αναζήτησή της κοινωνικής δικαιοσύνης όσο και στη διαχρονικά φεμινιστική αγωνία του για τη θέση της γυναίκας σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο.
Ο Μοχέι εργάζεται στο τυπογραφείο του Ισούν, ενός ισχυρού άντρα μεγάλης ηλικίας που τον απασχολούν μόνο τα χρήματα και η ομορφιά μιας νεαρής καμαριέρας, την οποία θέλει να εγκαταστήσει σε ένα άλλο σπίτι ως ερωμένη του. H Οσάν, η πολύ νεότερη γυναίκα του Ισούν, παρακαλεί τον υπάλληλο του άντρα της να βρει μερικά χρήματα για να καλύψει χρέη του αδελφού της. Ομως σύντομα οι δυο τους θα κατηγορηθούν άδικα ότι είναι εραστές και με τον κίνδυνο να σταυρωθούν – όπως είναι η παραδοσιακή τιμωρία για τους ομοίους τους – θα εγκαταλείψουν το Κιότο.
Ο,τι θα ακολουθήσει στους «Σταυρωμένους Εραστές» υπερβαίνει κατά πολύ την έννοια της παραβολής, του θρύλου ή του παραμυθιού, όπως φαινομενικά μοιάζουν και οι τρεις αυτές ταινίες του Μιζογκούτσι, φτιαγμένες από την πρώτη τους ύλη σαν ιστορίες που θα άξιζε να μεταφέρονται μέσα στους αιώνες από γενιά σε γενιά σαν παραδείγματα ανθρώπινης… επιβίωσης.
Ο Μοχέι και η Οσάν – ακόμη και ως μορφές, αυτός μακριά από το σκληρό ανδρικό πρότυπο, αυτή μακριά από τη σκιά της πατριαρχικής κοινωνίας δεν ταιριάζουν στον κόσμο μέσα στον οποίο αναγκάζονται να συν-υπάρξουν και η παρεξήγηση που θα τους φέρει μαζί θα τους αποδείξει ότι μπορούν για πρώτη φορά να έχουν τη ζωή που τους αξίζει. Όχι όμως χωρίς τίμημα, αφού ή θα πρέπει να μείνουν για πάντα κυνηγημένοι ή να θυσιαστεί ο Μοχέι, αφού ο τυπογράφος είναι διατεθειμένος, για λόγους γοήτρου, να δεχτεί πίσω την «άπιστη» γυναίκα του, αλλά θέλει νεκρό τον «εραστή» της.
Επιμένοντας να ξετυλίγει τα πλάνα του σαν τα μεγάλα έργα της ιαπωνικής ζωγραφικής (και τυπογραφίας…) σαν μέσα τους να χωράει όχι μόνο ολόκληρη η ιστορία του κόσμου, αλλά και όλα όσα θα έπρεπε να αλλάξουν προκειμένου αυτός ο κόσμος να γίνει πιο όμορφος και πιο δίκαιος, ο Μιζογκούτσι είναι στους «Σταυρωμένους Εραστές» πιο ακτιβιστής από ποτέ, σε μια τέλεια όσμωση της αφηγηματικής του δεινότητας και του κοινωνικού του σχολίου. Η διαφθορά, οι οικονομικές συναλλαγές, η ταξική αναλγησία έρχονται να δυναμώσουν ένα φεμινιστικό μανιφέστο που κορυφώνει όλα όσα ξεκίνησαν ήδη από τη «Ζωή της Οχάρου» και διέτρεξαν με συγκινητική, σπαρακτική διαχρονική επιμονή το έργο του – αφιερωμένο τελικά στις γυναίκες και στη θέση που τους στερήθηκε από την ίδια την παράδοση.
Ο τρόπος με τον οποίο οι δύο «εραστές» θα γίνουν τελικά «εραστές» (και θα τιμωρηθούν γι’ αυτό), η αγωνιώδης προσπάθεια του ενός να σώσει τον άλλον και κυρίως η φαινομενική ήττα, αλλά τελικά μεγάλη νίκη τους πάνω σε ένα ολόκληρο σαθρό σύστημα κλείνει στην τελική εικόνα της ταινίας ολόκληρη την πεμπτουσία του έργου του Κένζι Μιζογκούτσι για ένα σινεμά φτιαγμένο από γνώριμα υλικά που αφηγείται γνωστές ιστορίες με έναν άλλο τρόπο. Αναζητώντας πρωτίστως πίσω από το πρώτο πλάνο όλα όσα κρύβονται στις μικρές λεπτομέρειες εδώ κι εκεί μέσα σε έναν διαρκώς κινούμενο καμβά που γεμίζει σκηνή με τη σκηνή από την ίδια την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ύπαρξης – σπαρακτικής, λυρικής, διαρκώς παλλόμενης από την επιθυμία για το καλό, το δίκαιο, το ανθρώπινο. Αυτό ίσως για το οποίο αξίζει και να πεθάνεις.
Μανώλης Κρανάκης
Kenji Mizoguchi (1898-1956)
Γεννήθηκε στο Τόκιο και πέθανε στο Κιότο από λευχαιμία. Σκηνοθέτης και σεναριογράφος, από ταπεινή οικογένεια, ο Mizoguchi ξεκίνησε ως ηθοποιός σε γυναικείους ρόλους. Έκανε την πρώτη του ταινία το 1922 ως βοηθός σκηνοθέτη. Σκηνοθέτησε 90 βωβές ταινίες αλλά μόλις οι τελευταίες του 12 έγιναν γνωστές εκτός Ιαπωνίας μια και προορίζονταν για τη Βενετία (Οχάρου, η γυναίκα της ηδονής (1952) or Επιστάτης Σάνσο (1954). Μόνο δύο ταινίες του ήταν έγχρωμες, Yôkihi (1955) και Shin Heike monogatari (1955). Φιλμογραφία: Akasen chitai (1956), Shin Heike monogatari (1955), Yôkihi (1955), Σταυρωμένοι εραστές (1954), Uwasa no onna (1954), Επιστάτης Σάνσο (1954), Gion bayashi (1953), Ουγκέτσου μονογκατάρι (1953), Οχάρου, η γυναίκα της ηδονής (1952), Musashino fujin (1951), Oyû-sama (1951), Yuki fujin ezu (1950), Waga koi wa moenu (1949), Yoru no onnatachi (1948), Joyû Sumako no koi (1947), Ο Ουταμάρο και οι πέντε γυναίκες του (1946), Josei no shôri (1946), Hisshôka (1945), Meitô bijomaru (1945), Miyamoto Musashi (1944), Danjuro sandai (1944), Genroku chûshingura (1941), Geidô ichidai otoko (1941), Naniwa onna (1940), Η ιστορία του τελευταίου χρυσάνθεμου (1939), Aa kokyo (1938), Roei no uta (1938), Aien kyo (1937), Gion no shimai (1936), Naniwa erejî (1936), Gubijinsô (1935), Ojô Okichi (1935), Maria no Oyuki (1935), Orizuru Osen (1935), Aizô tôge (1934), Jinpu-ren (1934), Gion matsuri (1933), Taki no shiraito (1933), Manmo kenkoku no reimei (1932), Toki no ujigami (1932), Shikamo karera wa yuku (1931), Tôjin Okichi (1930), Fujiwara Yoshie no furusato (1930), Tokai kokyogaku (1929), Tôkyô kôshinkyoku (1929), Asahi wa kagayaku (Short 1929), Nihonbashi (1929), Chikyu wa mawaru: Dai-san-bu Kuso hen (1928), Chikyu wa mawaru: Dai-ni-bu Gendai hen (1928), Chikyu wa mawaru: Dai-ichi-bu Kako hen (1928), Musume kawaiya (1928), Hito no isshô – Kuma to tora saikai no maki: Dai sampen (1928), Hito no isshô – Ukiyo wa tsurai ne no maki: Dai nihen (1928), Hito no isshô – Jinsei banji kane no maki: Dai ippen (1928), Jihi shinchô (Short 1927), Kôon (1927), Kane (1926), Kaikoku danji (1926), Kyôren no onna shishô (1926), Shinsetsu ono ga tsumi (1926), Kaminingyô no haru no sasayaki (1926), Dôka-ô (Short 1926), Ningen: zenpen (1925), Ningen: kôhen (1925), Nogi shôgun to Kuma-san (1925), Ningen (1925), Shôhin eiga-shû: Machi no sketch (Short 1925), Furusato no uta (1925), Akai yûhi ni terasarete (1925), Shirayuri wa nageku (1925), Daichi wa hohoemu daiippen (1925), Gakuso wo idete (1925), Musen Fusen Uchien Puchan (1925), Â tokumukan Kantô (1925), Kyokubadan no joô (1924), Kanraku no onna (1924), Koi o tatsu ono (1924), Samidare sôshi (1924), Itô junsa no shi (1924), Shichimenchô no yukue (1924), Jinkyo (1924), Josei wa tsuyoshi (1924), Gendai no joo (1924), Akatsuki no shi (1924), Kanashiki hakuchi (1924), Yorû yami no sasayakî (1923), Yorû utsukushikî akumâ (1923), Kantô (Short 1923), Toge no uta (1923), Chî to reî (1923), Yoru (1923), Haikyo no naka (1923), Kiri no minato (1923), Hachi ichi san (1923), Haizan no uta wa kanashi (1923), Jôen no chimata (1923), Seishun no yumeji (1923), Kokyô (1923), Ai ni yomigaeru hi (1923).

