Ο “σπασμένος καθρέφτης” της Πάτρας: Όταν η Νεανική Βία γίνεται Καθημερινότητα

Του Γιώργου Καρβουνιάρη

Η Πάτρα και ευρύτερα η Δυτική Ελλάδα βιώνουν ένα ανησυχητικό κύμα νεανικής βίας και παραβατικότητας, ένα φαινόμενο που πλέον ξεπερνά τα όρια του μεμονωμένου περιστατικού και μετατρέπεται σε ζοφερή καθημερινότητα. Το πρόσφατο περιστατικό της απρόκλητης επίθεσης ομάδας 15 ατόμων σε δύο 16χρονους, με θύματα να δέχονται χτυπήματα ακόμα και με κλειδιά, είναι μια ακόμα υπενθύμιση ότι κάτι βαθύτερο «νοσεί» στον πυρήνα της τοπικής μας κοινωνίας.

Δεν πρόκειται πλέον για αθώες μαθητικές «βεντέτες» ή για στιγμιαίες εντάσεις. Τα κρούσματα αποκτούν οργανωμένα χαρακτηριστικά, εμπλέκοντας ομάδες ανηλίκων (γνωστές και ως «συμμορίες» ή «gangs»), ενώ η ποιοτική αναβάθμιση της βίας είναι εμφανής: χρήση αντικειμένων, βαριά τραύματα (όπως σπασμένα σαγόνια και μύτες) και η απόλυτη απουσία κινήτρου – η επίθεση είναι απρόκλητη, καθαρή επίδειξη ισχύος και κοινωνικής περιθωριοποίησης.

Η Πάτρα, μια πόλη με έντονο νεανικό και φοιτητικό παλμό, αντικατοπτρίζει δυστυχώς την πανελλαδική τάση, όπου τα στατιστικά στοιχεία (ειδικά την τελευταία διετία) δείχνουν σημαντική αύξηση της ανήλικης παραβατικότητας. Όμως, στην περιφερειακή πρωτεύουσα, το πρόβλημα φαντάζει πιο οξύ, ίσως λόγω της συγκέντρωσης νέων σε συγκεκριμένα σημεία και της αυξημένης «ορατότητας» των βίαιων πράξεων, τόσο στον δημόσιο χώρο όσο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Ποια είναι όμως η ρίζα αυτού του «σπασμένου καθρεφτίσματος»;

  1. Η Διάλυση των Φραγμών: Η έλλειψη σαφών ορίων και ηθικών αξιών στο οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον, συχνά σε συνδυασμό με την οικονομική και κοινωνική πίεση, αφήνει τους εφήβους εκτεθειμένους σε πρότυπα βίας και ανομίας που προβάλλονται από τα social media ή ακόμα και από την ευρύτερη κοινωνική πραγματικότητα.
  2. Το Ψηφιακό «Θέατρο»: Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετατρέπουν τη βία σε «show». Οι ανήλικοι αναζητούν την αναγνώριση, την αποδοχή της ομάδας και την «κουλτούρα» του φόβου, καταγράφοντας και διαδίδοντας τις πράξεις τους, πολλαπλασιάζοντας έτσι τη διάδοση της παραβατικότητας.
  3. Η Απουσία Δομών: Παρότι η πολιτεία εξαγγέλλει Εθνικές Στρατηγικές, στην τοπική κλίμακα λείπουν οι εξειδικευμένες και επαρκώς στελεχωμένες δομές ψυχοκοινωνικής υποστήριξης που θα λειτουργούσαν προληπτικά και αναμορφωτικά. Χρειάζονται περισσότερα Σπίτια του Παιδιού και λειτουργικοί Ξενώνες για παραβατικούς εφήβους.Το ζήτημα της νεανικής βίας στην Πάτρα και τη Δυτική Ελλάδα δεν είναι μόνο αστυνομικό. Είναι πρωτίστως κοινωνικό και εκπαιδευτικό.

Η αντιμετώπισή του απαιτεί συντονισμένη δράση όλων των εμπλεκόμενων φορέων:

– Αστυνομία: Εντατικοποίηση της εποπτείας σε κρίσιμα σημεία (πλατείες, σχολικά συγκροτήματα μετά το κλείσιμο) και γρήγορος εντοπισμός των δραστών.

-Εκπαίδευση: Θέσπιση μόνιμων προγραμμάτων ψυχολογικής υποστήριξης και διαδραστικών εκδηλώσεων (όπως το θεματικό πάρκο νεανικής παραβατικότητας που δημιουργήθηκε στην Πάτρα), με έμφαση στην ενσυναίσθηση και τη διαχείριση του θυμού.

-Τοπική Αυτοδιοίκηση: Δημιουργία ασφαλών χώρων συνάθροισης και αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των νέων, σε συνεργασία με αθλητικά σωματεία και πολιτιστικούς συλλόγους.

Είναι ώρα να σταματήσουμε να βλέπουμε τους νεαρούς δράστες μόνο ως εγκληματίες και να αναζητήσουμε την κραυγή για βοήθεια πίσω από την επιθετικότητα. Η νεανική βία είναι το σύμπτωμα, όχι η ασθένεια. Η πόλη μας οφείλει να προστατεύσει τα παιδιά της, τόσο τα θύματα όσο και τους δράστες, πριν ο κύκλος της βίας γίνει αθεράπευτος.