Πρόκληση για την δημοκρατία οι απειλές στην ΑΔΑΕ, προκειμένου να μην διερευνήσει το σκάνδαλο των υποκλοπών, από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Έντονη αντίδραση του Αλέξη Τσίπρα και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, πυρά από τον νομικό κόσμο.
Ως η τελευταία, αλλά και πλέον προκλητική για την δημοκρατία, πράξη της ακολουθίας που οδηγεί στην συγκάλυψη του «Σκανδάλου των Υποκλοπών» φαίνεται να γίνεται αντιληπτή από ένα ευρύτατο πολιτικό φάσμα αλλά και από τον νομικό κόσμο, η γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου. Ένα κείμενο που επισείει ακόμη και ποινές κάθειρξης για την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, αν συνεχίσει την έρευνα διαλεύκανσης της υπόθεσης. Ο Αλέξης Τσίπρας ήδη έχει προδιαθέσει για κλιμάκωση των αντιδράσεων της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αφού σε ανάρτησή του κάλεσε τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να …τον συλλάβει, ενώ το σύνολο της αντιπολίτευσης φαίνεται να συσπειρώνεται εναντίον της μεθόδευσης που εξελίσσεται.
Αυτά ενώ το θέμα αυτό όλα δείχνουν ότι θα «ξεφύγει» από τα σύνορα της Ελλάδας. Η παρέμβαση του ανώτατου δικαστικού λειτουργού είναι ζήτημα που θα απασχολήσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Προφανώς όχι ως δείγμα ομαλής λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Η γνωμάτευση
Θυμίζουμε ότι στην γνωμοδότησή του ο Ισίδωρος Ντογιάκος επικαλείται τον νόμο για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών που ψηφίστηκε αποκλειστικά από την κυβερνητική πλειοψηφία στις 9 Δεκεμβρίου. Με βάση αυτό σημειώνει ότι μόνη αρμόδια αρχή για τον έλεγχο του σκανδάλου (στην τρέχουσα συγκυρία για την συγκέντρωση στοιχείων από τις εταιρίες επικοινωνιών σχετικά με τις παρακολουθήσεις της ΕΥΠ) είναι η 3μελής επιτροπή που προβλέπεται στο συγκεκριμένο νομοθέτημα. Έτσι «ουδείς άλλος φορέας νομιμοποιείται προς τούτο ούτε και προβλέπεται από τον νόμο άλλος τρόπος ή διαδικασία ενημέρωσης. Η ΑΔΑΕ δεν έχει πλέον αρμοδιότητα για έλεγχο στους παρόχους ώστε να απαντήσει σε θιγόμενο ιδιώτη». Μάλιστα στην συνέχεια αναφέρει ότι «οι προβλεπόμενες από το ήδη ισχύον νομοθετικό καθεστώς ποινικές κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των σχετικών διατάξεων είναι ιδιαίτερα σοβαρές, με προβλεπόμενη ποινή, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ακόμα και πρόσκαιρης κάθειρξης»! Ουσιαστικά η γνωμάτευση αυτή επιχειρεί να απαγορεύσει στην ΑΔΑΕ να ολοκληρώσει την έρευνα που έχει ήδη ξεκινήσει, έτσι ώστε να διαψευστούν ή να επιβεβαιωθούν οι καταγγελίες και τα δημοσιεύματα για παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ, σε υπουργούς, την ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων και σειρά άλλων προσώπων.
Η αντίδραση της ΑΔΑΕ
Μετά από αυτή την πρωτοβουλία με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένονται οι εξελίξεις των επόμενων ημερών. Ιδίως από την στιγμή που ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ Χρήστος Ράμμος, όχι μόνον εξέφρασε την αντίθεσή του στην γνωμοδότηση Ντογιάκου, αλλά και την βούλησή του να συνεχίσει η ανεξάρτητη αρχή να ασκεί τα καθήκοντα της με βάση τις συνταγματικές διατάξεις που διέπουν την λειτουργία της.
Θυμίζουμε ότι με ανακοίνωσή του ο Χρήστος Ράμμος μεταξύ άλλων σημείωσε πως «ο Εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου δεν δύναται να διατυπώνει γνώμη επί της ερμηνείας και εφαρμογής διατάξεων που αφορούν τις συνταγματικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ, απευθύνοντας σε αυτήν κατευθυντήριες οδηγίες και απειλώντας μάλιστα με πρωτοφανή τρόπο τα μέλη της με βαρύτατες ποινικές κυρώσεις, αν ασκήσουν τις αρμοδιότητες τους». Μάλιστα σημειώνει ότι η Ολομέλεια της ΑΔΑΕ θα κληθεί τις επόμενες ημέρες να λάβει αποφάσεις.
Επανέρχεται η διαχωριστική γραμμή Μαξίμου – Αντιπολίτευσης
Σε πολιτικό επίπεδο η πρωτοβουλία Ντογιάκου επαναφέρει την διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο Μέγαρο Μαξίμου και τα κόμματα της αντιπολίτευσης (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, Μέρα 25) σχετικά με το αν πρέπει η όχι να συνεχιστεί η διερεύνηση του «Σκανδάλου των Υποκλοπών». Μια αντιπαράθεση που φαίνεται να αφορά και το εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, αφού ήδη ένας βουλευτής της, ο Κώστας Τζαβάρας, έχει εκφράσει την διαφωνία του, ενώ «μουδιασμένες» αντιδράσεις καταγράφονται και από άλλα στελέχη. Όλα αυτά σε μία ιδιαίτερα ευαίσθητη πολιτική περίοδο μια και αναμένεται η προκήρυξη των εθνικών εκλογών τους επόμενους μήνες.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου δεν φαίνεται να αποτελεί «κεραυνό εν αιθρία», σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αντιπολίτευσης. Αντιθέτως μοιάζει να είναι το «επόμενο βήμα» σε μία σειρά γεγονότων που λαμβάνουν χώρα τους τελευταίους μήνες: Αρχικά τις μεθοδεύσεις που ακολουθήθηκαν στις επιτροπές της Βουλής (είτε την Εξεταστική είτε την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας) προκειμένου να μην διερευνηθεί η υπόθεση. Στην συνέχεια με την ψήφιση του νομοσχεδίου για το απόρρητο των επικοινωνιών που μεταξύ προβλέπει την παρέλευση 3ετίας προκειμένου να ενημερωθεί ένα θύμα παρακολούθησης της ΕΥΠ για τους λόγους της επισύνδεσής του. Επίσης με τα δημοσιεύματα που έκαναν λόγο για παρέμβαση στενού συνεργάτη του πρωθυπουργού στους επικοινωνιακούς παρόχους όταν στις 21 Δεκεμβρίου ξεκίνησαν από την ΑΔΑΕ οι έρευνες προκειμένου να εντοπιστούν οι εντολές της ΕΥΠ για παρακολουθήσεις.
Ο Αλέξης Τσίπρας
Ιδιαίτερα εμφατικό μήνυμα ήταν αυτό που έστειλε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας. Σε ανάρτησή του επισήμανε ότι ο ίδιος έχει ζητήσει την διερεύνηση των υποκλοπών με στοιχεία από τους επικοινωνιακούς παρόχους από την ΑΔΑΕ καλώντας τον ανώτατο εισαγγελικό λειτουργό να …προβεί στην σύλληψή του.
Πρόκειται για μία πολιτική κίνηση με ιδιαίτερα υψηλό συμβολισμό ενώ ταυτόχρονα δείχνει με σαφήνεια την πρόθεση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ να μην ανεχθεί τέτοιου είδους παρεμβάσεις. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι ο Αλέξης Τσίπρας πριν μερικές εβδομάδες και συγκεκριμένα στις 5 Δεκεμβρίου συναντήθηκε με τον Ισίδωρο Ντογιάκο. Στην δήλωση του αμέσως μετά την συνάντηση είχε επισημάνει πως «όλοι γνωρίζουμε πού βρίσκονται τα στοιχεία και οι αποδείξεις. Εκεί όπου με βάση τον νόμο υποχρεούνται να τηρούνται αρχεία των διατάξεων και των εντολών παρακολούθησης από την ΕΥΠ και βεβαίως σε αυτούς που υπέγραφαν τις διατάξεις και τις εντολές της παρακολούθησης. Θέλω να ελπίζω και ελπίζω ότι σε αυτή την χώρα οι θεσμοί της Δημοκρατίας λειτουργούν ακόμη».
Οι αντιδράσεις
Για σύνδεση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου με τις κυβερνητικές επιδιώξεις κάνει ουσιαστικά λόγο το ΠΑΣΟΚ. Όπως επισημαίνει σε ανακοίνωσή του η γνωμοδότηση Ντογιάκου «αποκαλύπτει την αληθινή σκοπιμότητα του πρόσφατου κυβερνητικού νομοθετήματος, ως νομοθετικής παρέμβασης όχι υπέρ της αποκάλυψης της αλήθειας και της ενίσχυσης των θεσμών όπως διαφημίστηκε, αλλά υπέρ της συσκότισης του σκανδάλου των παρακολουθήσεων».
Ανάλογη εκτίμηση και από το ΚΚΕ που σημειώνει ότι η γνωμοδότηση «υλοποιεί, αλλά και ενισχύει περαιτέρω τον πρόσφατο αντιδραστικό νόμο της ΝΔ και συνολικά το ‘σκοτεινό’ θεσμικό πλαίσιο των παρακολουθήσεων». Το Μέρα 25 τονίζει πως την πρακτική του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου χρεώνεται η κυβέρνηση.
Τέλος η γνωμοδότηση του Ισίδωρου Ντογιάκου φαίνεται να έχει εξεγείρει συνολικά τον νομικό κόσμο. Ήδη κορυφαίοι συνταγματολόγοι και νομικοί όπως οι Ξενοφών Κοντιάδης, Θανάσης Καμπαγιάννης, Ακρίτας Καϊδατζής, Βαγγέλης Γεωργακόπουλος, Βασίλης Χερδάρης και άλλοι έχουν εκφράσει την αγανάκτησή τους. Μάλιστα ο Ξενοφών Κοντιάδης έκανε λόγο για γνωμοδότηση «νομικά αστήρικτη» που «παρερμηνεύοντας την ισχύουσα νομοθεσία και το άρθρο 19 παρ. 2 του Συντάγματος. Είναι προφανές ότι αποσκοπεί στον ευνουχισμό της Αρχής».