Λίγες ώρες πριν από την προσυνεδριακή συνδιάσκεψη του ΠΑΣΟΚ στην Πάτρα, ο Νίκος Ανδρουλάκης επέλεξε να κάνει μια στάση που κανείς δεν περίμενε. Μόλις είχε ολοκληρώσει τη συνάντηση με νέους σε καφετέρια στον πεζόδρομο της Ρήγα Φερραίου, ξεκίνησε για τη συνοικία της Αγίας Αικατερίνης. Μια περιοχή που η πόλη συχνά προσπερνά, αλλά που κουβαλά πίσω της ολόκληρη κοινωνική διαστρωμάτωση, οικογένειες εργατών, ανθρώπους των μεροκάματων, μικρές αυλές και σπίτια που συντηρούνται με κόπο. Ένας τόπος όπου ο χρόνος δεν τρέχει με τον ίδιο ρυθμό με το κέντρο της Πάτρας.
Στην καρδιά της συνοικίας βρίσκεται το ποτάδικο του Κόττα, ένα μαγαζί του οποίου η φήμη ταξιδεύει πολύ πέρα από τα στενά της περιοχής. Λειτουργεί σχεδόν έναν αιώνα, σαν θύλακας μιας άλλης εποχής. Στους τοίχους του δεν υπάρχει ο διάκοσμος ενός συνηθισμένου καταστήματος εστίασης, δεν υπάρχει καν ταμπέλα στην είσοδο. Υπάρχει μόνο ο ίδιος 80χρονος ιδιοκτήτης που έχει δει τρεις γενιές Πατρινών να περνούν από το ίδιο ξύλινο πάσο.
Η στιγμή της άφιξης του Ανδρουλάκη ήταν σχεδόν τελετουργική. Ο ιδιοκτήτης τον υποδέχθηκε λέγοντάς του: «Είσαι ο δεύτερος Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ που έρχεται εδώ. Ο πρώτος ήταν ο Ανδρέας». Μια φράση που έπεσε βαριά και ταυτόχρονα γλυκά μέσα στη χαμηλοφωτισμένη αίθουσα, λες και έφερνε μαζί της κάτι από την παλιά πολιτική φυσιογνωμία της πόλης.
Η αντίδραση της γειτονιάς ήταν ακαριαία. Κόσμος σηκώθηκε από τα τραπέζια, οι πόρτες των σπιτιών άνοιξαν, οι φωνές σταμάτησαν και ξανάρχισαν σε πιο ζωηρή ένταση. Μια αυθόρμητη, θερμή, ενθουσιώδης συγκέντρωση, σαν να περίμεναν κάτι τέτοιο χρόνια. Οι μεγαλύτεροι θυμήθηκαν ιστορίες από τη δεκαετία του ’80, όταν η συνοικία ένιωθε ότι είχε φωνή στο πολιτικό σκηνικό. Οι νεότεροι απλώς ήθελαν μια φωτογραφία, ένα νεύμα, μια κουβέντα.
Από το μαγαζί του Κόττα έχουν περάσει άνθρωποι που άφησαν το στίγμα τους στην πόλη: μουσικοί των παλιών σκηνών της Πάτρας, ηθοποιοί που ανέβαιναν στο ΔΗΠΕΘΕ και έκαναν στάση μετά την πρόβα, ποιητές που σύχναζαν σε ταπεινά στέκια πριν γράψουν τα έργα τους, αλλά και εκπρόσωποι της τοπικής διανόησης. Το μαγαζί έχει υπάρξει χώρος ζυμώσεων, συζητήσεων, καλλιτεχνικών συναντήσεων, όλα όμως μακριά από κάθε δημοσιότητα. Γι’ αυτό και το πέρασμα προέδρων είναι τόσο σπάνιο. Μόνο δύο: Ανδρέας Παπανδρέου και Νίκος Ανδρουλάκης.
Στην Αγία Αικατερίνη, οι άνθρωποι κουβαλούν ακόμη το βάρος και τη γοητεία μιας γειτονιάς που άλλαξε αργά. Δρόμοι στενοί, σπίτια παλιά, μικρές επιχειρήσεις που αντέχουν με επιμονή, οικογένειες που έχουν τις ρίζες τους στην ίδια γωνιά για δεκαετίες. Είναι μια από εκείνες τις συνοικίες όπου η πόλη δείχνει τη βαθύτερη ταυτότητά της: όχι εκθαμβωτικά φώτα, αλλά μια σχεδόν ποιητική καθημερινότητα, φτιαγμένη από πρόσωπα σμιλεμένα από τις δυσκολίες της ζωής, και όχι από εικόνες βιτρίνας.
Ο Ανδρουλάκης κάθισε με τον ιδιοκτήτη, άκουσε ιστορίες που ξεκινούν από τα χρόνια των πρώτων εργατών της περιοχής, μίλησε με κατοίκους για την ακρίβεια, τη δυσκολία πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες, τα προβλήματα που κουβαλά η γειτονιά εδώ και δεκαετίες, και για το πώς η Πάτρα αλλάζει γύρω τους, χωρίς να τους περιλαμβάνει. Η ατμόσφαιρα ήταν άμεση, απολύτως ανεπιτήδευτη.
Η επίσκεψη που θα κρατούσε λίγα λεπτά, κράτησε τελικά δύο ώρες και έμοιαζε να ανοίγει ένα μικρό παράθυρο στη σχέση μιας παράταξης με τις γειτονιές που κάποτε αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά της. Ένα μαγαζί–σύμβολο, μια συνοικία που σπάνια γίνεται πρώτη είδηση, ένας πρόεδρος που βρέθηκε εκεί χωρίς επισημότητες και χωρίς κάμερες στημένες από πριν.
Για τους κατοίκους της Αγίας Αικατερίνης, εκείνο το βράδυ δεν ήταν μια απλή επίσκεψη πολιτικού. Ήταν μια στιγμή επιστροφής μνήμης, αναγνώρισης, μια μικρή υπόμνηση ότι η πολιτική μπορεί ακόμη να διασχίζει δρόμους που δεν χαράχτηκαν για να εντυπωσιάσουν — αλλά για να ακουστούν.


