«Μια γυναίκα μόνο ξέρει»
Της Σμαράγδας Μιχαλιτσιάνου
Πλήρης ημερών σε ηλικία 101 χρονών άφησε την τελευταία της πνοή σήμερα η σπουδαία κλασική λαϊκή τραγουδίστρια Καίτη Γκρέυ στο σπίτι της στη Νέα Σμύρνη.
Τελευταία η ερμηνεύτρια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας και είχε νοσηλευτεί στο Ωνάσειο.
Η σωρός της θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα και η κηδεία της θα τελεστεί την Τετάρτη 22 Ιανουαρίου στις 16:00 στο Κοιμητήριο Νέας Σμύρνης.
Τα δύσκολα χρόνια που έζησε παιδί
Η Καίτη Γκρέυ γεννήθηκε τον Μάϊο του 1924 στο χωριό Μυτιληνιοί της Σάμου και από παιδί γνώρισε όλες τις κακουχίες και τις αντιξοότητες της ζωής.
Το πραγματικό όνομα ήταν Αθανασία Γκιζίλη, και είχε τρία αδέλφια.
Υιοθετήθηκε από την οικογένεια Καλαϊτζή και μεγάλωσε στα Ταμπούρια του Πειραιά.
Σε ηλικία επτά ετών έχασε τον θετό πατέρα της και βίωσε τη φτώχεια και τη στέρηση μια και είχε έλλειψη των αναγκαίων, των απαραίτητων δηλαδή πόρων για να μπορεί να ζήσει.
Όταν ξέσπασε ο πόλεμος του Σαράντα επέστρεψε στην γενέτειρά της για τα ησυχότερα.
Μετά από περιπλάνηση χρόνων που καταδιωγμένη έφτασε μέχρι την Χερσόνησο του Σινά το 1945 επέστρεψε το 1045 στον Πειραιά.
Η ζωή της Γκρέυ για κάποια χρόνια είναι πραγματική κόλαση – φτώχια, πείνα, ξύλο – μέχρι που η τύχη της χαμογέλασε, όταν εργαζόταν σε ένα ζαχαροπλαστείο. Κάποιο ζευγάρι χορευτών της ζήτησε να τους ακολουθήσει σε μια περιοδεία και από εκεί ξεκινά να τραγουδάει ελαφρά και ξένα κομμάτια, σε περιοδεία στα μπουλούκια
Στα 18 της παντρεύτηκε αλλά ατύχησε κι έμεινε μόνη με τα δυο νεογέννητα παιδιά της , που έκανε όποια δουλειά έβρισε για να τα αναθρέψει.
Το ξεκίνημα μιας μεγάλης καριέρας
Αρχικά έγινε ηθοποιός στα μπουλούκια της Ρίτας Τσάκωνα και αργότερα τραγούδησε ελαφρό τραγούδι με τον Γιάννη Βέλλα καθώς και άλλους καλλιτέχνες του είδους. Πρότυπό της υπήρξε ο Τζίμης Μακούλης.
Εκείνη την εποχή γνώρισε τους μαέστρους Γιάννη Βέλλα και Γιώργο Μυρογιάννη, και το καλλιτεχνικό της ονοματεπώνυμο.
Η Κικίτσα Καλαϊτζή έγινε η Καίτη Γκρέυ και λατρεύτηκε από τον κόσμο. Το Νοέμβριο του 1953 η Καίτη Γκρέυ θα ηχογραφήσει το φημισμένο «Το δικό σου το μαράζι» του Μητσάκη , μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της.
Στη διαδρομή συνάντησε τον Λουκά Νταράλα και της πρότεινε να πει το περίφημο «Το βουνό» για το ραδιόφωνο. Το ερμήνευσε κι έκανε πάταγο. Ήταν τότε ‘ισως που αποχαιρέτισε το ελαφρολαϊκό τραγούδι κι έκανε τη μεγάλη στροφή στο λαϊκό.
Ερμήνευσε τις πρώτες εκτελέσεις τραγουδιών των συνθετών Μάρκου Βαμβακάρη, Βασίλη Τσιτσάνη, Γιάννη Παπαϊωάννου, Γιώργου Μητσάκη, Χρήστου Κολοκοτρώνη, Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, Κώστα Βίρβου, Θόδωρου Δερβενιώτη, Μπάμπη Μπακάλη, Γιώργου Ζαμπέτας και Πάνου Τζαβέλλα.
Συνεργάστηκε με γνωστούς καλλιτέχνες όπως οι Ρόζα Εσκενάζυ, Στράτος Παγιουμτζής, Στέλιος Καζαντζίδης, Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Πόλυ Πάνου, Μαίρη Λίντα, Γιώτα Λύδια, Αντώνης Ρεπάνης, Στράτος Διονυσίου, Ρίτα Σακελλαρίου, Σπύρος Ζαγοραίος, Πάνος Γαβαλάς, Γιώργος Νταλάρας, Ελένη Βιτάλη, Γλυκερία, Χαρούλα Αλεξίου, Κωνσταντίνα, Άλκηστις Πρωτοψάλτη, Δήμητρα Γαλάνη, Αντώνης Βαρδής, Στέφανος Κορκολής, Χρήστος Δάντης, Εκείνος και Εκείνος.
Και εκτός των τειχών
Για ένα μεγάλο διάστημα βρέθηκε στα μεγαλύτερα κέντρα της Αμερικής, της Αυστραλίας, του Καναδά και της Γερμανίας γνωρίζοντας τον Έλβις Πρίσλεϊ, τον Τζίμι Χέντριξ, τη Ρίτα Χέιγουορθ, τη Μαρία Κάλλας, τον Σταύρο Νιάρχο και τον Αριστοτέλη Ωνάση.
Στη δεκαετία του ΄60 ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη τραγουδίστρια έχοντας ημερομίσθιο που ξεπερνούσε ακόμα και τις 8.000 δραχμές. Αυτό αναγνωρίστηκε και από τα ελληνικά δικαστήρια σε μια δικαστική μάχη που υπήρχε με ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου της εποχής.
Μεγάλο καλλιτεχνικό πέρασμα
Ηχογράφησε περισσότερα από 1.500 τραγούδια, μέχρι και το 1996, οπότε και αποσύρθηκε από τη δισκογραφία και τα νυχτερινά κέντρα. Το 1995 ο Κώστας Φέρρης υπογράφει συμβόλαιο με τον ΑΝΤ1 για τη μεταφορά της θρυλικής ζωής της στην μικρή οθόνη. Ωστόσο αυτό δεν έμελλε να επιτευχθεί εξολοκλήρου μιας και το κόστος του προϋπολογισμού δεν έφτασε και για τα 26 επεισόδια που είχε υπογραφεί η σύμβαση. Τα γυρίσματα έγιναν σε Ελλάδα, Τουρκία και Αίγυπτο ενώ το τραγούδι των τίτλων “Εγώ σε νίκησα ζωή” με ερμηνευτή τον Γιάννη Πάριο δε βγήκε ποτέ στη δισκογραφία. Έπαιξε σε 19 ταινίες ως ηθοποιός και τραγουδίστρια.
Ας δώσουμε το λόγο στην αείμνηστη Καίτη Γκρέυ με ένα απόσπασμα από το βιβλίο της «Αυτή είναι η ζωή μου» Εκδόσεις Πανός που επιμελήθηκε ο Γιώργος Χρονάς.
«…Με τον Μπιθικώτση και το Ζαμπέτα στο Αιγάλεω, στον Κήπο του Αλλάχ. Δούλεψα μαζί τους και θυμάμαι ότι ερχότανε ουρά ο κόσμος για να ακούσει αυτή που τραγουδάει το «Βουνό». Κι όταν με δείχνανε και λέγανε ότι αυτό το κοριτσάκι το τραγουδάει; – δεν πιστεύανε ότι αυτό το κοριτσάκι που τότε δεν ήτανε ούτε σαράντα οκάδες, μπορούσε να ’χει αυτή τη φωνή με αυτή την έκταση τη μεγάλη. Τους φαινόταν πάρα πολύ περίεργο. Μετά μ’ έψησε ο Κλουβάτος, τον οποίο λάτρευα, να πάω μαζί του στο Ζέφυρο, ένα πολύ καλό μαγαζί στο Νέο Ηράκλειο. Πήγα πράγματι μαζί του γιατί ο Γεράσιμος ήτανε ο καλύτερός μου φίλος και ο ωραιότερος συνθέτης κι ο ωραιότερος συνάδελφος πού γνώρισα.»
«Εδώ, στο «Ζέφυρο», ήταν η μοίρα μου, η μοίρα μου του Καζαντζίδη, η ιστορία μου με τον Καζαντζίδη. Στο Ζέφυρο, κάθε Σάββατο έβλεπα μια γριούλα νάρχεται και τον Κλουβάτο να κατεβαίνει να της δίνει λεφτά και να της μιλάει. Μια μέρα του λέω, Γεράσιμε, ποια είναι αυτή η γυναίκα που έρχεται και της δίνεις λεφτά και της μιλάς; Μου λέει αυτή είναι η μάνα μιανού καινούργιου τραγουδιστή που είναι φυλακή και είναι πάρα πολύ φτωχιά. Λέω, γιατί είναι φυλακή; Μου λέει, να, τον ενοχοποίησε ένας λοχίας συνάδερφός του, είχε μια γκόμενα ο Καζαντζίδης και του την πήρε ο λοχίας και για να τον ενοχοποιήσει του έβαλε στο τσεπάκι του χιτώνιου χασίσι και το βρήκανε και τώρα είναι υπόδικος, θα περάσει στρατοδικείο σε λίγες μέρες. Λέω σε ποια φυλακή είναι αυτός ο στρατιώτης; Μου λέει, στη Μακρόνησο.»
«Ζήτησα τότε από τον Κλουβάτο, αν μπορώ, να της δίνω και γω κανά κατοστάρικο να του πάρει κανένα πακέτο τσιγάρα. Μου λέει, γιατί δε μπορείς; Μπορείς. Πραγματικά, λοιπόν, γνωριστήκαμε με την κυρία Γεσθημανή, την έπειτα πεθερά μου, κι όποτε ερχόταν, κάθε Σάββατο που ερχότανε στο μαγαζί, κατέβαινα εγώ, της παράγγελνα και μια μπυρίτσα κ’ ένα μεζεδάκι και της έδινα και κανένα κατοστάρικο να… λέω, να πάρετε στο γιο σας δυο πακέτα τσιγάρα από μένα. Αυτή, λοιπόν, όταν πήγαινε στο Στέλιο, στη Μακρόνησο, του έλεγε , Στέλιο μου, άμα θα βγεις από τη φυλακή, θα σε πάω να γνωρίσεις αυτή την κοπέλα, που λέει το Βουνό. Τι καλό κορίτσι και τι όμορφο και τι καλή ψυχή. Τι πονετικό κορίτσι, που μόλις με δει, με παίρνει να με κεράσει, να μου δώσει λεφτά να σου πάρω τσιγάρα…(…)»
Η ζωή της με τον Στέλιο Καζαντζίδη
«Ένα βράδυ, λοιπόν, που πήγα στο μαγαζί, με παίρνει απ’ το χέρι ο Γεράσιμος και μου λέει, έλα να σε γνωρίσω με το φανταράκι, που του στέλναμε τα τσιγάρα. Πραγματικά, με πήγε κει, σ’ ένα τραπεζάκι ήταν ο Στέλιος, με μία κοπέλα θυμάμαι και τ’ όνομά της Ελένη. Μου είπε, ευχαριστώ πολύ για τα τσιγάρα που μου στέλνατε κι αυτά. Συνεσταλμένο παιδί. Μάλιστα, κρύωνε κ’ η κοπέλα του και της έδωσα μία ζακέτα να ρίξει στην πλάτη της, γιατί ήτανε καλοκαίρι, έξω. Δουλεύαμε. Ήτανε Παρασκευή βράδυ. Του ’53.»
«Μ’ άρεσε και σαν άντρας ο Στέλιος, γιατί, λέω, ότι τότε δεν ήτανε ο Καζαντζίδης, αυτό το λέω γιατί εγώ τον αγάπησα σαν Στέλιο, τον Καζαντζίδη, γιατί ήτανε ωραίο παιδί κι είχε και ωραία ψυχή. Είχε μόνο ένα ελάττωμα. Το έχουν όλα τα παιδιά, αλλά αυτός τόχε παραπάνω, απ’ ό,τι έπρεπε. Αγαπούσε πολύ τη μητέρα του. (Και γω είμαι μάνα, και γω αγαπώ τα παιδιά μου, κι αυτά μ’ αγαπάνε. Δεν τα εμπόδισα όμως ποτές στην ευτυχία τους. Πήρανε αυτές που θέλανε. Δεν τους είπα να μην τις πάρουνε, ας ήτανε φτωχές, ας ήτανε ο,τιδήποτε. Τ’ άφησα και φτιάξανε τη ζωή τους, όπως τη θέλανε αυτά). Εκείνη όμως επηρέαζε πάρα πολύ το Στέλιο κι αυτό ίσως κατέστρεψε και μένα και κείνον. Τέλος πάντων».
Ήταν για πέντε χρόνια αρραβωνιασμένη με τον Στέλιο Καζαντζίδη .Η σχέση τους όμως, δεν είχε αίσιο τέλος.
Αντίθετα στο πάλκο μεγαλούργησαν. Ηχογράφησαν υπέροχα τραγούδια όπως τα «Στη θάλασσα θα πέσω» (1954) (Γιώργος Ζαμπέτας-Χαράλαμπος Βασιλειάδης), το «Η τελευταία νύχτα» (Απόψε φίλα με)» (1954) (Μανώλης Χιώτης-Χρήστος Κολοκοτρώνης) και το «Έφυγες και πού μ’ αφήνεις» (1955) (Μανώλης Χιώτης-Κώστας Βίρβος-Χρήστος Κολοκοτρώνης).
Η συνάντηση με τον Βασίλη Τσιτσάνη
Ο Γιάννης Παπαϊωάννου, την έφερε σε επαφή με τον Βασίλη Τσιτσάνη , που της χάρισε πολύ μεγάλα τραγούδια , όπως το «Για κύττα κόσμε», το κλασικό ζεϊμπέκικο «Θέλω να είναι Κυριακή (Κυριακή σε γνώρισα)» (1961), το χασάπικο «Τα ξένα χέρια» (1962), από την ταινία «Ορφανή σε ξένα χέρια» του Ερρίκου Θαλασσινού κ.α
Όπως πολλές ήταν και οι επανεκτελέσεις τραγουδιών του Βασίλη Τσιτσάνη, που σφράγισε με τη φωνή της η Καίτη Γκρέυ, όπως το «Για τα μάτια π’ αγαπώ (Ξημερώνει και βραδιάζει, πάντα στον ίδιο το σκοπό.)
Μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Καίτης Γκρέυ εκείνη την περίοδο (πέρα από τα τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη, που προαναφέραμε) ήταν το «Τώπες και τώκανες» (1962) του Στέλιου Μακρυδάκη (μαζί με τον Γιώργο Μάμο), ενώ δεν πρέπει να λησμονηθεί και «Η κατηφόρα» (Βασίλης Βασιλειάδης-Πυθαγόρας) από το 1964.
Η συνεργασία με τον Μανώλη Χιώτη
Ήταν συγκλονιστική. Για την ιστορία υπενθυμίζουμε τα («Απόψε φίλα με», «Έφυγες και πού μ’ αφήνεις») με τον Στέλιο Καζαντζίδη, και φυσικά το «Πάρε το δάκρυ μου» (1959), σε στίχους Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, που είχε πει μαζί με το Τρίο Μπελ Κάντο.
Η στήριξη της Γκρεϋ σε άσημους συναδέλφους της
Είχε τόση αγάπη μέσα της που σε δύσκολες περιόδους βοήθησε στην ανάδειξη πρωτοεμφανιζόμενων συνθετών και τραγουδιστών, όπως ήταν ο αξέχαστος Μιχάλης Μενιδιάτης και βεβαίως τον Μάρκο Βαμβακάρη, που είχε ερμηνεύσει το άσμα του «Αγγελοκαμωμένη».
Είχε πει κι ένα από τα πρώτα τραγούδια που γραμμοφώνησε ο Άκης Πάνου, «Το παιδί μου απόψε πίνει» (1958), σε στίχους Χρήστου Κολοκοτρώνη, καθώς και συνθέσεις του Τόλη Βοσκόπουλου.
Στο ενεργητικό της ήταν η συνάντηση με τον αντάρτη Πάνο Τζαβέλλας στο έργο «Θρήνοι κι Αναστάσιμα»
Πήρε ακόμη μέρος σ’ ένα από τα τελευταία άλμπουμ του Γιώργου Ζαμπέτα, αν όχι το τελευταίο, που λεγόταν «Τα Ερωτικά» [Alfa-Mi Records, 1991], ερμηνεύοντας το έξοχο ζεϊμπέκικο «Το κτύπημα του χωρισμού», ενώ ‘εκανε κι ένα LP με νεο-νησιώτικα των Γιώργου Πολύζου-Γιώργου Λεκάκη, που είχε τίτλο «Το Άγιο Αιγαίο» .
Το 1994 έκανε το «Τραγουδάτε Μωρέ!» του Γιάννη Καραλή, ντουέτο με τον Χρήστο Δάντη.
Παντρεύτηκε δύο φορές: με τον Νίκο Ηλιάδη, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά, τον Φίλιππο και τον Βασίλη και με τον χρυσοχόο Μιχάλη Παπαναστασόπουλο. Εγγονή της είναι η τραγουδίστρια Αγγελική Ηλιάδη.