Ο Δεύτος Θεόδωρος γεννήθηκε και έζησε μέχρι τα δέκα του χρόνια σε ένα μικρό χωριό της επαρχίας Πωγωνίου των Ιωαννίνων, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως δάσκαλος. Μετά πήρε μετάθεση και εγκατασταθήκανε στο Κρυονέρι της Αττικής. Προσφυγικό χωριό, με κατοίκους από διάφορα μέρη της Μικρασίας. Όπως ο ίδιος αναφέρει σε παλιότερη συνέντευξή του οι σχέσεις με τους γονείς του υπήρξαν άψογες. Ήταν πάντα καλός μαθητής, δεν θα μπορούσε άλλωστε να κάνει και αλλιώς, καθώς ο πατέρας του υπήρξε δάσκαλος, αλλά από την Α΄ Λυκείου και μετά ανέβασε την απόδοσή του κατακόρυφα. Το αγαπημένο του μάθημα ήταν η ιστορία και ρουφούσε όποιο ιστορικό βιβλίο ανακάλυπτε. Αυτή η αγάπη για την ιστορία και η ανάγκη να εκφραστεί, τον οδήγησαν να αρχίσει να γράφει, αναδεικνύοντας μεγάλες στιγμές του Ελληνισμού, ανεξάρτητα αν ήταν καλές ή κακές. Γιατί, όπως λέει, «από τις κακές πρέπει κυρίως να διδασκόμαστε, για να μην τις επαναλάβουμε».
Ο Δεύτος Θεόδωρος, μιλάει στο περιοδικό «πατρινόραμα-hellenic» και τη δημοσιογράφο Ευτυχία Λαμπροπούλου για το όγδοο κατά σειρά, νέο του μυθιστόρημα με τίτλο «ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΣΤΕΡΕΨΑΝ» από τις εκδόσεις «Χάρτινη Πόλη».
Τι ήταν εκείνο που σας ενέπνευσε να γράψετε ένα ιστορικό μυθιστόρημα;
«ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΣΤΕΡΕΨΑΝ» είναι το όγδοο ιστορικό μου μυθιστόρημα και το ενδέκατο συνολικά. Έχω γράψει βιβλία για την Μικρασία, τον Πόντο, την Κωνσταντινούπολη, την Β. Ήπειρο και τώρα για την Κύπρο, μιας και φέτος είναι η 50η επέτειος από την Τουρκική εισβολή και κατοχή. Ίσως είμαι ο μόνος λογοτέχνης που ασχολήθηκε με όλα τα εθνικά μας θέματα, μιας και πολλοί τα αποφεύγουν γιατί αφ’ ενός είναι δύσκολα θέματα, και αφ’ ετέρου γιατί δεν υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον, αν εξαιρέσουμε την Μικρασία.
Εγώ έχω μια συγγενική σχέση με την Κύπρο λόγω της συζύγου μου, ζω το θέμα από κοντά σχεδόν τρεις δεκαετίες και με πονάει, όπως θα έπρεπε να πονάει τον κάθε Έλληνα όταν βλέπει την Τούρκικη σημαία να φωτίζει τα βράδια τον Πενταδάκτυλο.
Πως επιλέξατε τους ήρωές σας;
Οι ήρωές μου είναι καθημερινοί άνθρωποι. Άνθρωποι που αγωνίστηκαν στην Ελλάδα και την Κύπρο για δημοκρατία και ελευθερία, με τα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ο κάθε ένας.
Επέλεξα έναν αριστερό Ελλαδίτη κι έναν δεξιό Κύπριο, έτσι ώστε να γίνεται η πολιτική ανταλλαγή των ιδεών της εποχής και να περνάει μέσα απ’ αυτούς και η ιστορία της περιόδου, όπως επίσης και τους δύο φίλους έναν Ελληνοκύπριο κι έναν Τουρκοκύπριο, τον Ευαγόρα και τον Μουράτ, για να δείξω ότι οι άνθρωποι δεν έχουν να χωρίσουν τίποτε μεταξύ τους όταν δεν σπέρνει ζιζάνια η πολιτική.
Δέσατε τόσο όμορφα την Κύπρο με την Αθήνα. Ποιο είναι εκείνο το στοιχείο πέρα από την κοινή γλώσσα και τα κοινά χαρακτηριστικά που σας οδήγησε να παντρέψετε, ας μου επιτραπεί ο όρος, την Κύπρο με την Ελλάδα σε μια δύσκολη περίοδο και για τις δύο περιοχές;
Μα η Κύπρος είναι Ελλάδα. Μας συνδέουν προαιώνιοι δεσμοί με την Κύπρο. Δεν είναι μόνο η γλώσσα το κοινό μας γνώρισμα.
Ως τέτοια πρέπει να την βλέπουμε και να την αντιμετωπίζουμε εμείς οι Έλληνες. Η Κύπρος πρέπει να ξέρετε είναι το τελευταίο ανάχωμα του Ελληνισμού. Αν πέσει όλη η Κύπρος, τότε η ίδια η Ελλάδα θα έχει τεράστιο πρόβλημα. Και η άποψη που διατυπώθηκε κάποτε ότι ‘’ Η Κύπρος κείται μακράν’’, είναι κατά την ταπεινή μου άποψη πέρα για πέρα λανθασμένη.
Στην Κύπρο συντελέστηκε μια προδοσία και υπεύθυνη γι’ αυτήν είναι η Ελλάδα και οι Χουντικοί που την κυβερνούσαν.
Η προδοσία έχει να κάνει μόνο με τον έρωτα ή με τον έρωτα και την πατρίδα;
Η προδοσία σ’ έναν έρωτα αφήνει μεν πληγές που μπορεί να είναι προσωρινές καμιά φορά, αλλά η προδοσία της πατρίδας είναι ένα έγκλημα διαρκές και ασυγχώρητο, όπως είναι αυτό που συνέβη στην Κύπρο.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση, η προδοσία έχει να κάνει μόνο με την πατρίδα.
Πως προέκυψε ο τίτλος του βιβλίου;
Είχα στείλει πολλούς εναλλακτικούς τίτλους στον εκδοτικό, τους οποίους όμως απέρριπτε. Όμως σε μια συνέντευξή της η κ. Χαρίτα Μάντολες, στις αφηγήσεις της οποίας στηρίχτηκε το σενάριο της σειράς Famagousta,είπε στην δημοσιογράφο που της έπαιρνε την συνέντευξη ’’ Τα δάκρυα στέγνωσαν πιο κόρη μου’’. Εκείνο το στέγνωσαν, εγώ το έκανα ‘’ΣΤΕΡΕΨΑΝ’’ και το έστειλα στον εκδοτικό που το αποδέχτηκε. Έτσι προέκυψε ο τίτλος που αποδίδει την πραγματικότητα, γι’ αυτούς που έχουν αγνοούμενους ή νεκρούς, όπως η κ. Χαρίτα Μάντολες και περιμένουν να μάθουν νέα τους 50 χρόνια τώρα.
Αν ως τρίτο πρόσωπο συστήνατε «ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΣΤΕΡΕΨΑΝ» σε κάποιον, τι θα του λέγατε; Γιατί να το διαβάσει;
«ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΣΤΕΡΕΨΑΝ» είναι ένα βιβλίο το οποίο καλύπτει μια μεγάλη περίοδο της Ελληνικής ιστορίας (1940 – 1974) και στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Μια περίοδος με πολύ σημαντικά ιστορικά γεγονότα που βίωσαν οι Έλληνες. Είμαι σίγουρος ότι τα περισσότερα δεν είναι γνωστά στο Ελληνικό κοινό στον βαθμό που θα έπρεπε. Και σε αυτό υπεύθυνο είναι το κομπλεξικό εκπαιδευτικό μας σύστημα, που δεν δίνει στους μαθητές τα απαραίτητα εφόδια. Πόσο μάλλον για το τι ίσχυε στην Κύπρο την ίδια περίοδο, που ήταν αποικία των Βρετανών.
Όμως το βιβλίο δεν είναι ένα μάθημα ιστορίας. Είναι ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα, όπως λένε αυτοί που το διάβασαν, που μέσα από την πλοκή, μέσα από τις ζωές των ηρώων του περνάει πολύ όμορφα και το ιστορικό γίγνεσθαι της εποχής αυτής.
Είναι λοιπόν ένα τρυφερό μυθιστόρημα με έρωτες, με απρόοπτα, με μεγάλες ανατροπές που θα ταξιδέψει τους αναγνώστες σε εποχές της νεότερης Ελλάδας και θα τους προσφέρει και πολλές ιστορικές γνώσεις.
Λίγα λόγια για το βιβλίο «ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΣΤΕΡΕΨΑΝ» από το οπισθόφυλλο
Περιγράφεται το αδιέξοδο ενός αντάρτη του Εμφυλίου, ένας έρωτας αναπάντεχος και μια αδερφική φιλία ανάμεσα σ’ έναν Ελληνοκύπριο κι έναν Τουρκοκύπριο, τον Ευαγόρα και τον Μουράτ που κράτησε μέχρι τέλους, συνθέτουν την ιστορία αυτή. Ο Ευαγόρας φεύγει για σπουδές στην Αθήνα και αφήνει πίσω του την όμορφη Κερύνεια και τους γελαστούς ανθρώπους της. Μια νέα φιλία γεννιέται μέσα στη δίνη της κοινωνικοπολιτικής αναταραχής, αλλά και ένας απρόσμενος έρωτας που θα σημαδέψει για πάντα την ζωή του… Όταν επιστρέφει, εντάσσεται στον αγώνα των Κυπρίων για απελευθέρωση του νησιού του από τους Άγγλους δυνάστες. Παρότι οι άνθρωποι δεν είναι πια γελαστοί, πιστεύει μέχρι τέλους ότι ο Εθνικός στόχος μπορούσε να επιτευχθεί… Ένας τόπος, που σημαδεύτηκε για πάντα από την εισβολή του «Αττίλα». Ένα ταξίδι σε τόπους που μάτωσαν τις ψυχές των Ελλήνων και στέρεψαν το δάκρυ τους. Μια ιστορία προδοσίας…