Της Σμαράγδας Μιχαλιτσιάνου
Οι αποκριές έφθασαν και ο κόσμος τις υποδέχεται για να ξεφύγει από τα προβλήματά του, την πεζή καθημερινότητα και να καλωσορίσει την άνοιξη.
Είναι μια γιορτή που διαρκεί τρεις εβδομάδες, σχετίζεται με τη λατρεία του θεού Διονύσου και καλεί τους ανθρώπους να διασκεδάσουν μέσα από τις κατά τόπους εκδηλώσεις με τα ήθη και τα έθιμα , τα οποία αποτελούν σημαντικό τομέα της πολιτισμικής μας κληρονομιάς και επαναλαμβάνονται σταθερά από γενιά σε γενιά. Βλάχικος γάμος, Μπούλες και Γενίτσαροι, Κουδουναραίοι, Μπαμπόγεροι, Τζαμάλες, το στοιχειό της Χάρμαινας, το Μπουρανί, το κάψιμο του Τζάρου, τα γαϊτανάκια, τα αλευρομουτζουρώματα και δεκάδες άλλα έθιμα ανά την Ελλάδα ζωντανεύουν και προσφέρουν σε κάθε κοινωνία ένα ατελείωτο παραδοσιακό ξεφάντωμα. Οι πιο πολλοί έχουν συνδέσει το τριώδιο με τις αποκριές και τα καρναβαλικά έθιμα. Η άλλη του όμως διάσταση, είναι βαθιά θρησκευτική και σηματοδοτεί την εισαγωγή στη διαδικασία του εξαγνισμού του ανθρώπου μέσω της σαρανταήμερης νηστείας που ξεκινάει αμέσως μετά τις απόκριες. Για την Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση, η περίοδος του Τριωδίου είναι μια κινητή περίοδος, η οποία διαιρείται σε τρεις μικρότερες, δηλαδή Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι Κυριακή της Τυροφάγου, Καθαρά Δευτέρα μέχρι το Σάββα το Του Λαζάρου και Κυριακή των Βαΐων το βράδυ μέχρι το Μεγάλο Σάββατο πριν την Ανάσταση.
Στον παραδοσιακό εορτασμό της Αποκριάς εκτός από το έθιμο του «μασκαρέματος» περιλαμβάνονται και τα Τραγούδια με σκωπτικούς στίχους και έντονα σεξουαλικό περιεχόμενο αλλιώς «γαμοτράγουδα». Τα τραγούδια αυτά, αν και ανήκουν στην λαϊκή μας παράδοση, μπορεί να σας σοκάρουν με την αθυροστομία τους . Η αξέχαστη ερμηνεύτρια δημοτικών τραγουδιών, Δόμνα Σαμίου στην έρευνα που είχε κάνει σε όλη τη χώρα συγκέντρωσε πλούσιο υλικό αυτών το συμπεριέλαβε σε ένα δίσκο με τον γενικό τίτλο «Αποκριάτικα», που κυκλοφόρα το 1994. Τότε η ίδια είχε δηλώσει: «Δεν μου ήταν εύκολο, διότι είχα πουριτανικές αντιδράσεις. Ακόμα και επιστήμονες, θεωρούν ότι τα τραγούδια αυτά δεν πρέπει να ακούγονται. Και όμως, είναι τόσο φυσικά, όσο και αυτά του γάμου και της ξενιτιάς. Επιβιώνουν δε σ’ ένα σωρό χωριά, αλλά και πόλεις. Στην Κοζάνη, ας πούμε, ανάβουν τις Απόκριες στις γειτονιές φανούς – φωτιές δηλαδή – κι αφού έχουν πιεί απ’ το πρωί, μαζεύονται κατά ομάδες και τα τραγουδούν:
«Σαράντα μ’νιά, μπρε-μπρε-μπρε, σαράντα μ’νιά μι κύκλουσαν σαράντα μ’νιά μι κύκλουσαν τον π… να μι φάνι. Kι ο π…ς μου καμαρωτός τ’ αρ…α μου ρουτάει:– Tι λιέτι σεις, αρ…α μου, μπουρώ να τα γ…ω;– Nα τα γ…ς π…ρη κι μεις θα σι βουηθού μι μόνο ν’ αφήσεις κι γιά μας, λίγο μέσα να μπούμι».
Τότε ξεσηκώθηκε η Εκκλησία της Ελλάδος και η Δόμνα Σαμίου αναγκάστηκε να απαντήσει:
«…Ήταν χρέος μου να τα καταγράψω, όπως κατέγραψα όλα τα άλλα δημοτικά τραγούδια μέχρι σήμερα. Δεν υπάρχουν βρώμικες λέξεις, μόνο βρώμικα μυαλά, γνωστό αυτό. Το ότι είμαι χριστιανή, με το δικό μου τρόπο – θα μου επιτρέψετε-, δε σημαίνει ότι πετάω στον Καιάδα τέτοια τραγούδια ασύλληπτης φαντασίας και διονυσιακής εξωστρέφεια.. ».
Να τα πιο γνωστά από αυτά τα πολύ τολμηρά άσματα:
Το Μικρασιάτικο «Με τη θειά μου την Κοντύλω»
«Με τη θειά μου την Κοντύλω επηγαίναμε στο μύλο μπιγιρνέ – μπιγιρνέ – μπίγι – μπίγι – μπι γιρνέ Κούντα ‘γω και κούντα ‘κείνη δίν’ ο Θιός και πέφτ’ εκείνη πάνω γω ‘πο κάτω εκείνη.– Αχου θειά και νά ‘σουν ξένη και το τι ‘θελε να γένει!– Κάμε γιε μου τη δουλειά σου κ’εγώ εί μαι πάλι θειά σου! Να κι ο μπάρμπας από πέρα τράκα τρού κα τη μαχαίρα:– Βρ’ ανιψιέ καταραμένε κ’ ίντα πολεμάς καημένε;– Μπάρμπα θερμασιά την πιάνει και την πλάκωσα να γιάνει!– Πλάκωσ’ τη καλά παιδί μου όπου να ‘χεις την ευχή μου!»
Από την Στερεά Ελλάδα «Να ‘μουν νύχτα στο γιαλό»
«Να ‘μουν νύ – μωρέ – να ‘μουν νύ-να ‘μουν νύχτα στο γυαλό ν’ ανάψω λύ – μωρέ – ν’ ανάψω λύ – ν’ ανάψω λύχνο για να δω Θειά μου Νικολάκαινα να μην πας για λάχανα. Που τσ’ ανάβουν τσι φωτιές και πηδάνε οι μικρές; Στου αρχιδιάκου την αυλή, μαζευτήκανε πολλοί. Γάμος εγινότανε κάποιος παντρευότα νε.» Από την Κάρπαθο Ο Γιάνναρος επόθανε «Ο Γιάνναρος – ε – μπουμ – μπουμ – μπουμ – ο Γιάνναρος επόθανε ο Γιάνναρος επόθανε κι άφησε διαθήκη του διαβόλ’ ο γιός κι άφησε διαθήκη. Ο Γιάνναρος επόθανε κι άφησε διαθήκη να μην τον θάψουν σ’ εκκλη σιά, μήτε σε μοναστήρι μονάχα να τον θάψουσι πά νω σε σταυροδρόμι, ν’ αφήσουν και την πούτσα του τρεις πιθαμές απάνω, για να περνά ο βασιλιάς να δένει τ’ άλογό του. Τρεις καλογριές τ’ ακούσασι και παν να τονε (Aδ)ούσι η πρώτη φέρνει το κερί κ’ η άλλη το λι βάνι κι η τρίτη ξεβρακώνεται να πα’να κάτσει απάνω.
Από την Ελασσόνα «Ένα μ… στην κερασιά»
«Ένα, μωρέ, ένα, ένα μ… στην κερασιά Ένα, μωρέ, ένα, ένα μ… στην κερασιά Ένα μ… στην κερασιά κι ο π… από κάτω, κι ο π… από κάτω Πέντι, μωρέ, πέντι, πέντι μετάνοιες έκα νε Πέντι, μωρέ, πέντι, πέντι μετάνοιες έκα νε Πέντι μετάνοιες έκανε, μ…, κατέβα κάτω, μ… κατέβα κάτω Δεν κα- μωρέ, δεν κα- δεν κατιβαίνω π… ρε Δεν κα- μωρέ, δεν κα- δεν κατιβαίνω π… ρε Δεν κατιβαίνω πούτσκαρε, γιατί ‘σαι κορ δωμένος, γιατί ‘σαι κορδωμένος Μπαίνεις, μωρέ, μπαίνεις, μπαίνεις πολύ πολύ βαθιά Μπαίνεις, μωρέ, μπαίνεις, μπαίνεις πολύ πολύ βαθιά Μπαίνεις πολύ-πολύ βαθιά και βγαίνεις μαραμένος, και βγαίνεις μαραμένος.
Από την Ήπειρο το γνωστό «Πώς το τρίβουν το πιπέρι»
«Πώς το τρί- βλάχα μου μωρή, πώς το τρίβουν το πιπέρι Πώς το τρίβουν το πιπέρι του διαβόλου οι καλογέροι Με το γό- βλάχα μου μωρή, με το γόνατο το τρίβουν Με το γόνατο το τρίβουν και το ψιλοκο πανίζουν Άντε για σ’κωθείτε παλικάρια Με σπαθιά και με χαντζάρια Με τη μύ- βλάχα μου μωρή, με τη μύτη τους το τρίβουν Με τη μύτη τους το τρίβουν και το ψιλο κοπανίζουν Άντε για σ’κωθείτε παλικάρια Με σπαθιά και με χαντζάρια Με τη γλώ- βλάχα μου μωρή, με τη γλώσ σα τους το τρίβουν Με τη γλώσσα τους το τρίβουν και το ψιλοκοπανίζουν Άντε για σ’κωθείτε παλικάρια Με σπαθιά και με χαντζάρια Με τον κώ- βλάχα μου μωρή, με τον κ…ο τους το τρίβουν Με τον κώλο τους το τρίβουν και το ψι λοκοπανίζουν Άντε για σ’κωθείτε παλικάρια Με σπαθιά και με χαντζάρια Με τον πού- βλάχα μου μωρή, με τον π…ο τους το τρίβουν Με τον π… τους το τρίβουν και το ψιλο κοπανίζουν.
Από την Κρήτη μία άλλη εκδοχή του Μι κρασιάτικου «Με τη θειά μου την Κοντύ λω», που φέρει τον τίτλο «Το τραγούδι της Θοδώρας»
«Με τη θειά μου τη Θοδώρα Επηγαίναμε στη χώρα. Ήλεγέ μου κι ήλεγά τζη Κι ήκαμέ μου κι ήκαμά τζη. Και στου Μπαμπαλή το δέτη Παίζω τζη αμπωχτέ και πέφτει. «Έδε τόπος και λιβάδι, άχις, θεια μου, να ‘σουν άλλη». «Κάμε, γιε μου, τη δουλειά σου, και ταχιά ‘μια πάλι θεια σου». Να κι ο μπάρμπας μου πιο πέρα Με μια δίστομη μαχαίρα: «Είντα κάνεις, μπρε, τση θειας σου κι είν’ τα πόδια τζη στ’ αυθιά σου;». «Αφαλόπονος την πιάνει και ζουλίζω τη να γιάνει». «Ζούλιζέ τηνε, παιδί μου, απού να ‘χεις την ευκή μου».
*Διαβάστε στο Αποκριάτικο “πατρινόραμα” plus που κυκλοφορεί :