Έχουν συμπληρωθεί 60 χρόνια από την ανακάλυψη του μυθικού σπηλαίου των Λιμνών Καστριών, το οποίο αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά αξιοθέατα των Καλαβρύτων, προσελκύοντας μεγάλο αριθμό επισκεπτών. Είναι ένα σπάνιο δημιούργημα της φύσης, αφού στο εσωτερικό του φιλοξενεί τρεις λίμνες σε τρία διαφορετικά κλιμακωτά επίπεδα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο ανακαλύφθηκε το σπήλαιο, το 1964. Και τούτο διότι δεν έγινε από κάποια ομάδα επιστημόνων, αλλά έπειτα από τις προσπάθειες και κυρίως την επιμονή ενός κατοίκου της κοινότητας Καστριών, του Βασίλη Τεμπέλη. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα περιγράψει ο Γιώργος Γκλαβάς, Πρόεδρος της “ΑΜΚΕ Ιφιάνασσα” την οποία ίδρυσε με σκοπό την αξιοποίηση και διάδωση του σπηλαίου:
«Τον Μάιο 1964, ο Βασίλης Τεμπέλης ξεκίνησε έρευνες για ανεύρεση μετάλλων και έφθασε στο “Τρουπίσιο”, όπως λεγόταν τότε το σπήλαιο. Μπήκε μέσα στη σπηλιά και προχώρησε μ’ έναν προβολέα σε βάθος 70 μέτρων, όπου βρήκε λάσπες και νερά. Όμως, επειδή δεν είχε κατάλληλο φωτισμό αποφάσισε να φύγει για να επιστρέψει αργότερα. Βγαίνοντας έξω συνάντησε τον συγχωριανό μας Δημήτρη Παντούλια και με μια λάμπα πετρελαίου επέστρεψαν στη σπηλιά. Εκεί άναψαν λάστιχα και φωτίστηκε όλο το ύψος, που στο σημείο εκείνο είναι περίπου 25 μέτρα. Φάνηκε λοιπόν ότι ψηλότερα από τον καταρράκτη υπήρχε συνέχεια και σκέφτηκαν να βρουν σκάλα για να ανέβουν.
Απευθύνθηκε στον τότε πρόεδρο της κοινότητας Χρήστο Γεωργακόπουλο, ο οποίος έπειτα από πολλές αντιρρήσεις δέχθηκε να μπουν στο “Τρουπίσιο”, προς το τέλος Οκτωβρίου 1964, αλλά δεν κατάφεραν να ανέβουν, αφού η ξύλινη σκάλα δεν έφτανε στο ύψος του καταρράκτη, που ήταν εννέα μέτρα.
Τελικά, την Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 1964, αφού εξασφάλισαν δύο σκάλες, ο Βασίλης Τεμπέλης ανέβηκε στον καταρράκτη, συνοδευόμενος από τον εξάδελφό του Παναγιώτη Γκλαβά, ενώ οι υπόλοιποι παρέμειναν κάτω, κρατώντας τις σκάλες, τις οποίες είχαν ενώσει».
Η φήμη του σπηλαίου ξεπέρασε τα όρια των Καστριών και σύντομα έφθασε στην περιοχή κλιμάκιο της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας, με την αείμνηστη σπηλαιολόγο Αννα Πετροχείλου, η οποία ολοκλήρωσε τις έρευνες και τη χαρτογράφηση του σπηλαίου.
Έτσι η πρώτη εξερεύνηση του Σπηλαίου έγινε πριν από 60 χρόνια από κατοίκους της τότε Κοινότητας των Καστριών, ενώ το πρώτο αξιοποιημένο του τμήμα παραδόθηκε στο κοινό το 1990.
Το ορεινό ανάγλυφό του δεν προμηνύει σε καμία περίπτωση ότι μέσα σε αυτό μπορούσε κάποιος να συναντήσει 13 μικρές ή μεγάλες λίμνες . Στην τεχνητή του είσοδο με έναν μακρύ διάδρομο που διακόπτεται από δύο πόρτες για τη καλύτερη προστασία του μικροκλίματος έχουν τοποθετηθεί στα δεξιά φωτογραφίες που απεικονίζουν σπηλαιολόγους και γεωλόγους μέσα σε βάρκες προσπαθώντας να διασχίσουν τις λίμνες που υπάρχουν μέσα σε αυτό.
Το συνολικό μήκος του Σπηλαίου είναι 2 χιλιόμετρα και προχωρώντας κανείς προς στο εσωτερικό μπορεί να συνειδητοποιήσει την ιδιαίτερη μορφολογία του.