Του Βασίλη Π. Τραϊφόρου
Με την ευκαιρία, του διεθνούς φήμης Πατρινού καρναβαλιού, έχω την τιμή και την χαρά να προσκληθώ από την διεύθυνση του έγκριτου και διακεκριμένου περιοδικού ‘’ΠΑΤΡΙΝΟΡΑΜΑ’’, για να θυμηθώ και να σας μεταφέρω μερικές από τις πολύμορφες πτυχές του Πειραιώτη ποιητή, Μίμη Β. Τραϊφόρου, συζύγου της τραγουδίστριας της Νίκης, Σοφίας Βέμπο. Ο Μίμης γεννήθηκε σε μια φτωχογειτονιά του Πειραιά το 1912 και ήταν το πρώτο παιδί από τα 14 που είχαν οι γονείς του. Σαν Πειραιώτης λοιπόν ήταν και πολύ αθυρόστομος. Το σατυρικό του ταλέντο ερχόταν να συγκριθεί με τις υπέροχες εμπνεύσεις του για τα τραγούδια έμειναν στην καλλιτεχνική Ιστορία του τόπου μας. Και δεν ήταν μόνο τα πολεμικά τραγούδια, όπως «της Ελλάδος παιδιά», που ερμήνευσε η σύζυγός του Σοφία Βέμπο. Είναι ακόμη τα Ερωτικά του, «Ας ερχόσουν για λίγο», τα Δημοτικά του, «Χωριό μου, χωριουδάκι μου» , τα Σατυρικά, αλλά και τα Αρχοντορεμπέτικα, όπως η «Ταμπακιέρα» και πολλά άλλα.
Το χιούμορ ήταν μέσα στο αίμα του. Ξεκινώντας ως κομπέρ από την Μάντρα του Αττίκ σας μεταφέρω μερικά χαρακτηριστικά γεγονότα που έκανε τους θεατές να ξεκαρδιστούν, αλλά και να τον θαυμάσουν.
Στην ‘’Μάντρα’’, δεν υπήρχε πάντα κανονικό πρόγραμμα. Έτσι όποιος ήθελε ανέβαινε στην σκηνή τραγούδαγε, απήγγειλε και έλεγε ότι ήθελε. Ένα βράδυ είχε να πει ένα σκετς ο Ορέστης Λιάσκος. Ο Μίμης συνεννοήθηκε με τον φωτιστή να του ρίξει το φως με τον μικρό προβολέα, όχι στο πρόσωπο αλλά πιο χαμηλά , στην κοιλιά. Ο Λιάσκος θύμωσε αλλά δεν μπορούσε να κάνει κάτι, μόνο είπε : « Πιο ψηλά το φως». Ο τεχνικός ανέβασε λίγο τον προβολέα. Λιάσκος : « Πιο ψηλά είπα». Ανεβαίνει στο πρόσωπο του και λέει : « Καλώς». Όταν ήρθε η σειρά του Τραϊφόρου, ο φωτιστής ρίχνει το φως στο πρόσωπό του.
Ο Μίμης τότε του λέει χαμηλόφωνα από το μικρόφωνο :
« Πιο χαμηλά». Το φως κατεβαίνει στο στήθος. Μίμης : « Πιο κάτω». Το φως στην κοιλιά. Μίμης « Πιο κάτω είπα». Και μόλις φτάνει ο προβολέας στα απόκρυφα σημεία ανάμεσα στα πόδια του, φωνάζει. « Καλώς φτάνει». Ε, το τι έγινε στην Μάντρα δεν περιγράφεται….
Αλλά όσο ο μικρός Τραϊφόρος γινόταν και πιο αγαπητός και περιζήτητος στους θεατές, τόσο και οι παλαιοί ηθοποιοί από την ζηλοφθονία τους, τον κατηγορούσαν στο αφεντικό τους τον Αττίκ. Οπότε και εκείνος αναγκάστηκε να του πει πως τον απολύει. Τότε ο Μίμης στην τελευταία του παράσταση πριν φύγει έγραψε μερικούς στίχους που τους αφιέρωσε στο αφεντικό του.
« ….Μα όσο και να σε εκτιμώ, Αττίκ, ραμολιμέντο
επιθυμώ απ’ της Μάντρας σου να φύγω την ορδή
κι’ όταν του χωρισμού η στιγμή θα φθάσει στο μομέντο,
θα σου αμολήσω φεύγοντας, μια βροντερή πορδή !»
Μόλις τελείωσε την απαγγελία όλοι οι θεατές σηκώθηκαν και τον χειροκροτούσαν ξεκαρδισμένοι από τα γέλια. Μερικοί μάλιστα απείλησαν τον Αττίκ πως αν διώξει τον Τραϊφόρο δεν θα ξαναπατήσουν στην Μάντρα. Έτσι έμεινε.
Κατά την δικτατορία του Μεταξά σατίριζε τους πάντες και τα πάντα. Όπως ήταν φυσικό τον συλλάβανε και θα πέρναγε στρατοδικείο, αν κάποιος θαυμαστής του που τον άκουγε από την Μάνδρα, δεν μεσολαβούσε να τον αφήσουν. Να μερικά στιχάκια που μεταξύ άλλων, εξόργιζαν την τότε κυβέρνηση. « …Τελείως ανιδιοτελώς, απλώς και χάριν γούστου, να χέσω και τον Μεταξά και την Τετάρτη Αυγούστου..». «… ο Μεταξάς σας κείτεται σ’ αυτόν εδώ τον τάφο, κι εκεί που ξέρετέ όλοι σας, ω Έλληνες, τον γράφω…»
Αργότερα στην κατοχή, έπαιζε σε κάποιο κεντρικό θέατρο της Αθήνας. ( Οι κατακτητές είχαν εκδώσει διαταγή να λειτουργούν όλα τα θέατρα υποχρεωτικά ). Μετά από το τέλος μιας παράστασης, όλος ο θίασος, πήγαν να φάνε μερικές λαχανίδες και ότι άλλο προσφερόταν εκείνη την εποχή. Ξαφνικά μπαίνουν δύο Γερμανοί αξιωματικοί εντελώς μεθυσμένοι και προκαλούν τους Έλληνες να φωνάξουν ‘’ χάϊλ χίτλερ’’. Όλοι πάγωσαν. Φοβήθηκαν πως οι μεθυσμένοι Ούννοι μπορούσαν και να τους πυροβολήσουν. Εκείνοι συνέχιζαν να τους προκαλούν να φωνάξουν το ‘’χάϊλ χιτλερ’’. Τότε ο Μίμης ανεβαίνει σε μία καρέκλα σηκώνει το χέρι και λέει: « Χέζω χίτλερ- χέζω χίτλερ». Οι Γερμανοί χαμογελούν και φεύγουν ικανοποιημένοι.
Τότε μέσα στα χειροκροτήματα ο Αλέκος Σακελλάριος του λέει : « Βρε τρελέ, και αν ήξεραν Ελληνικά ;» Μίμης : «Και Ελληνικά να ήξεραν , δεν θα ήξεραν όμως τα Πειραιώτικά».
Στην ΟΑΣΗ του Ζάππειου μια φορά σατίριζε την πολιτική κατάσταση της εποχής. Ένα βράδυ κάποιος από το κοινό του φώναξε : «Ρε Τραϊφόρε, για όλους λες και κάτι, τελικά δεν μας είπες εσύ τι είσαι, Δεξιός ή Αριστερός; ». Ο Μίμης χωρίς να τα χάσει του απαντά:
« Ενδιαφέρεσαι τόσο πολύ να μάθεις ;». Θεατής : « Και βέβαια ενδιαφέρομαι». Μίμης : « Ε, τότε πήγαινε και ρώτα τον ράφτη μου…».
Σημειώσατε πως τότε δεν υπήρχαν τα έτοιμα ρούχα και ο κάθε ράφτης έπρεπε να πάρει ‘’καλά ‘’ όλα τα μέτρα….. ( Σημ. Συγγραφέα: Εδώ οι μικρότεροι ας ρωτήσουν τους πατεράδες, ή τους παππούδες τους….).
Αυτά τα λίγα για να πάρουμε μια ιδέα και να γνωρίσουμε και την χιουμοριστική πλευρά, την αληθινή πέρα ως πέρα, του Πινδαρικού ποιητή Μίμη Τραϊφόρου.
Βασίλης Π. Τραϊφόρος
2025
Πηγή, το βιογραφικό βιβλίο του συγγραφέα Βασίλη Π. Τραϊφόρου : « Μίμης Τραϊφόρος & Σοφία Βέμπο της Ελλάδος παιδιά.»
Εκδόσεις ΑΛΚΥΩΝ 2013.
*Διαβάστε στο Αποκριάτικο “πατρινόραμα” plus που κυκλοφορεί :